Η ιστορία των έργων που έμειναν σε εκκρεμότητα.
Του Διονύση Ζακυνθινού
Υπήρξε μια περίοδος, στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, που η ανέγερση ενός νέου Δικαστικού Μεγάρου ή η μεταφορά των Δικαστηρίων σε έναν σύγχρονο λειτουργικό χώρο δέσποζε ως αίτημα πρώτης γραμμής, αιρετών και φορέων.
Και ήταν ένα αίτημα που προβαλλόταν ως κάτι το αυτονόητο. Το πέρασμα των χρόνων, σε συνδυασμό με τον ισχυρό σεισμό του 2008, προκάλεσαν μεγάλες πληγές στο ιστορικό κτίριο που στεγάζει τα Δικαστήρια της Πάτρας και που έχει υπερβεί τον ένα αιώνα ζωής.
Για την Ιστορία, να σημειωθεί ότι θεμελιώθηκε το 1914, άρχισε να κατασκευάζεται στα 1926 και εγκαινιάστηκε την 1η Οκτωβρίου 1931.
Οι προσπάθειες για την αποκατάσταση του ξεκίνησαν το 2011, όταν χάθηκε στο «παρά πέντε», λόγω της οικονομικής κρίσης, η ευκαιρία να ανεγερθεί, μέσω ΣΔΙΤ, ένα Νέο Δικαστικό Μέγαρο στην περιοχή του στρατοπέδου του ΚΕΤΧ. Τότε ο σχεδιασμός άλλαξε και έγινε επιτακτική η ανάγκη να πραγματοποιηθούν επιδιορθωτικές εργασίες στο ιστορικό κτίριο.
Παρεμπιπτόντως, να θυμίσουμε ότι τότε ήταν που περιμετρικά του κτιρίου είχαν τοποθετηθεί σύρματα, ώστε να μην πλησιάζουν οι πολίτες, καθώς κινδύνευε η σωματική τους ακεραιότητα από πιθανή πτώση κάποιου κομματιού του.
Επιπλέον σε μία από τις εισόδους του, επί της Γούναρη, είχε τοποθετηθεί μια σκαλωσιά με ένα πρόχειρο στέγαστρο, προκειμένου να μην προκληθεί κάποιος τραυματισμός, ενώ η κεντρική είσοδος παρέμεινε κλειστή.
Αλλά μέσα στο Δικαστικό Μέγαρο και κυρίως έξω από τις δικαστικές αίθουσες η κατάσταση ήταν ακόμα χειρότερη. Άδεια μπουκάλια νερού, κυπελάκια καφέ, σακούλες πρόχειρου φαγητού, αποτσίγαρα και πολίτες που έβρισκαν ευκαιρία για να «ξαποστάσουν» στο δάπεδο, δημιουργούσαν ένα σκηνικό που θύμιζε οτιδήποτε άλλο εκτός από Δικαστήρια. Όσο για τα μέτρα ασφαλείας, αυτά ήταν σχεδόν ανύπαρκτα, αφού όποιος ήθελε έμπαινε όποτε ήθελε στο κτίριο, χωρίς να γίνεται κανένας απολύτως έλεγχος.
Τελικά, μετά από μια σειρά διορθωτικών παρεμβάσεων, που συνέβαλαν στην αποκατάσταση της λειτουργικότητας του, το ιστορικό Δικαστικό Μέγαρο «σουλουπώθηκε». Και κάπως έτσι, το αίτημα για τη μεταφορά των δικαστηρίων αλλού παραγκωνίστηκε, στο τέλος εγκαταλείφθηκε.

Τι συνέβη με τη στέγαση της Αστυνομικής Διεύθυνσης
Κάτι ανάλογο συνέβη και με την πιθανότητα της ανέγερσης ενός νέου Αστυνομικού Μεγάρου. Εγκαταλείφθηκε κι αυτό στην πορεία.
Πριν από λίγα χρόνια, η Ένωση Αστυνομικών Υπαλλήλων Αχαΐας, δεν το είχε θέσει, απλώς, ως ένα επιτακτικό αίτημα.
Είχε καταφέρει να το βάλει στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου, κάνοντας το εν μέρει υπόθεση της τοπικής κοινωνίας.
Σε αντίθεση με τα Δικαστήρια, για τα οποία ως ρεαλιστική λύση φαινόταν μόνο η μετεστέγασή τους στο στρατόπεδο του ΚΕΤχ, ως προς την έδρα του νέου Αστυνομικού Μεγάρου διαφαίνονταν τότε περισσότερες της μιας λύσεις.
Πρωτίστως υπάρχει το οικόπεδο που βρίσκεται δίπλα από το Αρχαιολογικό Μουσείο, επί της εθνικής οδού, που χρησιμοποιεί τώρα το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη για την στάθμευση των υπηρεσιακών οχημάτων του.
Όμως, καθώς ακριβώς λόγω της γειτνίασης του με το Αρχαιολογικό Μουσείο εγέρθηκαν ενστάσεις για τον συγκεκριμένο χώρο, μια άλλη επιλογή θα μπορούσε να είναι αυτή που είχε τεθεί από την εποχή Δημαρχίας του Ανδρέα Φούρα και είχε να κάνει με την κατασκευή νέου Αστυνομικού Μεγάρου σε οικόπεδο στην αρχή της Μίνι Περιμετρικής στη συμβολή με την οδό Αγίας Σοφίας.
Πάντως, να σημειώσουμε, επίσης, ότι ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Ανδρέας Κατσανιώτης, είχε προτείνει από την πλευρά του το νέο Αστυνομικό Μέγαρο να ανεγερθεί στην περιοχή του ΚΕΤχ, προοπτική που συζητείται, προκαλώντας, ωστόσο, έντονες αντιδράσεις.