Η ψυχική υγεία είναι δημόσιο αγαθό. Οι κρίσεις ανέδειξαν την ανάγκη για στήριξη και πρόληψη. Ας χτίσουμε ένα προσβάσιμο, ανθρώπινο σύστημα φροντίδας για όλους.
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα, και ιδιαίτερα περιοχές όπως η Πάτρα και η ευρύτερη Δυτική Ελλάδα, έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με πολλαπλές κρίσεις που έχουν δοκιμάσει τη συνοχή και την ψυχική ανθεκτικότητα των πολιτών. Οικονομική ανασφάλεια, κοινωνική αβεβαιότητα, φυσικές καταστροφές και η πρωτοφανής υγειονομική κρίση της πανδημίας έχουν συνθέσει ένα περιβάλλον πιεστικό, όπου η ψυχική υγεία αναδεικνύεται σε θεμέλιο της κοινωνικής και ατομικής ευημερίας.
Η πολιτική ψυχολογία, ως κλάδος που μελετά τη σχέση μεταξύ ψυχολογικών διεργασιών και πολιτικής συμπεριφοράς, προσφέρει ένα πολύτιμο πλαίσιο κατανόησης των φαινομένων αυτών. Οι αντιδράσεις των πολιτών απέναντι στη διαχείριση κρίσεων, η εμπιστοσύνη στους θεσμούς, η συμμετοχή ή η αποστασιοποίηση από την πολιτική ζωή, ακόμη και οι στάσεις απέναντι στους συνανθρώπους, επηρεάζονται βαθιά από ψυχολογικούς παράγοντες. Οι πολίτες δεν είναι παθητικοί δέκτες γεγονότων, αλλά ενεργοί ερμηνευτές της πραγματικότητας, των οποίων η ψυχική κατάσταση διαμορφώνει τον τρόπο με τον οποίο βιώνουν το κοινωνικό γίγνεσθαι.
Στην Πάτρα, όπως και σε πολλές άλλες πόλεις της περιφέρειας, η πίεση της καθημερινότητας, η ανεργία, η έλλειψη προοπτικών για τους νέους και τα κοινωνικά φαινόμενα όπως η βία μεταξύ ανηλίκων ή οι αυξανόμενες συμπεριφορές παραίτησης και απάθειας, συνιστούν φαινόμενα με έντονο ψυχολογικό υπόβαθρο. Η ανάγκη για ουσιαστική, προσιτή και συνεχώς διαθέσιμη ψυχολογική υποστήριξη δεν είναι πολυτέλεια – είναι κοινωνική προτεραιότητα.
Σύμφωνα με μελέτες, η περίοδος μετά την οικονομική κρίση και η διάρκεια της πανδημίας έφεραν σημαντική επιβάρυνση στην ψυχική υγεία του πληθυσμού. Τα ποσοστά αγχώδους διαταραχής, κατάθλιψης και ψυχοσωματικών συμπτωμάτων αυξήθηκαν, ενώ το φαινόμενο της απομόνωσης και του κοινωνικού αποκλεισμού εντάθηκε. Στην πραγματικότητα, η ψυχική υγεία άρχισε να αποκτά την ορατότητα που της άξιζε, όχι γιατί ως κοινωνία ωριμάσαμε, αλλά γιατί τα συμπτώματα έγιναν πλέον αδύνατο να αγνοηθούν.
Το ταμπού της ψυχοθεραπείας σταδιακά ξεθωριάζει. Όλο και περισσότεροι πολίτες, σε κάθε ηλικία και κοινωνικό υπόβαθρο, στρέφονται στους επαγγελματίες ψυχικής υγείας για βοήθεια.
Ωστόσο, μέσα από αυτή την κρίση γεννήθηκε και μια νέα ελπίδα: η αύξηση της ευαισθητοποίησης γύρω από την ψυχολογική υποστήριξη. Το ταμπού της ψυχοθεραπείας σταδιακά ξεθωριάζει. Όλο και περισσότεροι πολίτες, σε κάθε ηλικία και κοινωνικό υπόβαθρο, στρέφονται στους επαγγελματίες ψυχικής υγείας για βοήθεια. Η αναγνώριση της ανάγκης για φροντίδα του εαυτού και της ψυχής είναι από μόνη της μια πολιτική στάση – μια πράξη αυτονομίας και ευθύνης.
Στην Πάτρα λειτουργούν δομές, όπως το Κέντρο Ψυχικής Υγείας, που παρέχουν πολύτιμες υπηρεσίες στους κατοίκους της περιοχής. Παρόλα αυτά, η κάλυψη των αναγκών παραμένει ελλιπής σε πολλές περιπτώσεις, κυρίως λόγω της υποστελέχωσης και της έλλειψης ψυχολόγων σε δημόσιους φορείς. Η ιδιωτική πρωτοβουλία καλύπτει σημαντικό μέρος της ζήτησης, αλλά το κόστος παραμένει αποτρεπτικός παράγοντας για αρκετούς συνανθρώπους μας.
Ως επαγγελματίες ψυχικής υγείας, οφείλουμε να ενισχύσουμε τη δημόσια φωνή μας, να συμβάλλουμε στον επιστημονικό δημόσιο διάλογο και να στηρίξουμε πολιτικές που ενισχύουν την προσβασιμότητα, την πρόληψη και τη διαρκή ψυχολογική στήριξη. Η ψυχική υγεία δεν είναι προσωπική υπόθεση – είναι δημόσιο αγαθό.
Η Δυτική Ελλάδα, και η Πάτρα ειδικότερα, διαθέτουν τον κοινωνικό και επιστημονικό δυναμισμό να προωθήσουν ένα νέο μοντέλο ψυχικής φροντίδας, πιο ανθρώπινο, πιο συμμετοχικό, πιο ουσιαστικό. Και αυτό είναι μια ελπίδα που αξίζει να καλλιεργήσουμε συλλογικά.
______________________
(*) Ο κ. Αντώνης Καλέντζης είναι Ψυχολόγος, Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Πολιτικής Ψυχολογίας του Βρετανικού Συλλόγου Ψυχολόγων.